- κομποσχοίνι
- τό1) верёвка с узелками (вместо чёток у монахов); 2) верёвка с узелками, носимая как пояс (у францисканских монахов)
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Komvoskhinion — Komboskini Un Komvoskhinion (en grec komvoskhinion (« cordon à nœuds »), en russe « Lestovka » (лестовка), en slavon Tchotki) est un chapelet traditionnel en laine noir de l’orthodoxie de 33 nœuds… … Wikipédia en Français
κομποσκοίνι — και κομποσχοίνι και κομβοσχοίνι(ον), το (Μ κομβοσχοίνιον και κομποσκοίνι) 1. μάλλινο σχοινί με εκατό κόμπους, συνήθως, το οποίο χρησιμοποιούν οι μοναχοί στις προσευχές τους μετρώντας τους κόμπους και λέγοντας αντίστοιχα μια ευχή 2. όμοιο μακρύ… … Dictionary of Greek